Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2014

ΚΛΕΦΤΕΣ ΚΙ ΑΣΤΥΝΟΜΟΙ

Ως γνωστόν, στις συνθήκες της καπιταλιστικής σήψης σαπίζει και το νόημα των λέξεων. Χαρακτηριστική είναι η επικράτηση στην αστική ειδησεογραφία κάποιων όρων που χρησιμοποιούνται ως όροι κοινωνιολογίας, ενώ στην καλύτερη θα έπρεπε να είναι ταυτισμένοι με τη γραφειοκρατική δομή υπουργείων ή επιχειρήσεων, για να μην ξεχνάμε, παρεμπιπτόντως,  ότι η γραφειοκρατία δεν αφορά μόνο τον κρατικό μηχανισμό.

Η έννοια, για παράδειγμα, του "φορολογούμενου", όπως και αυτή του "καταναλωτή", είναι περιπτώσεις κοινωνικής ταξινόμησης με βάση απολύτως εσφαλμένα κριτήρια. Καταναλωτής είναι ο πιτσιρικάς που παίρνει μισθό 400 ευρώ και το χαρτζηλίκι του πατέρα του, ζώντας το όνειρο του άι-φόουν στο σπίτι του πατέρα του, καταναλωτής είναι και η χωρισμένη μάνα που είναι άνεργη, δεν παίρνει διατροφή και καταναλώνει μακαρόνια από το Λιντλ.

Φορολογούμενος, τώρα, είναι
η πολυεθνική που επιβάλλει, εν πολλοίς, τους όρους της φορολογίας,
ο ελεύθερος επαγγελματίας που βγάζει μαύρα λεφτά και φορολογείται για το 1/10 του πραγματικού εισοδήματός του,
ο υπάλληλος που αποκρύπτει απλώς ένα νοίκι από ένα κωλοδιαμέρισμα,
ο μισθωτός του ιδιωτικού τομέα που δεν αποκρύπτει απολύτως τίποτα, φορολογείται κανονικά για το γλίσχρο μισθό του, αλλά συντάσσεται με αυτούς που κατηγορούν το "σπάταλο κράτος", γενικώς,
ο δημόσιος υπάλληλος που δεν έχει πρόβλημα με τις κρατικές δαπάνες, αλλά βρίζει τους κινούμενους εκτός φορολογικού συστήματος, από γιατρούς μέχρι ιδιαιτεράδες, παρά το ό,τι, βέβαια, προσφεύγει στις υπηρεσίες τους, τροφοδοτώντας κι αυτός τον κύκλο της παραοικονομίας.

Μύλος, κύριοι. Δε βγάζεις άκρη. Η μόνη σίγουρη άκρη, για να πιάσουμε το νήμα, είναι η διάκριση ανάμεσα σε μισθωτούς και εργοδότες. Όλα τ΄ άλλα θα τα βρούμε με λίγη καλή διάθεση και πολλή διαλεκτική. Αν πάμε ανάποδα, πάμε ίσα στον τοίχο.


Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2014

ΦΑΙΔΡΟΣ Ή ΠΕΡΙ ΕΡΩΤΟΣ

Ο Ιλισσός είναι το ποτάμι της ζωής μου. Βεβαίως, δεν είναι ακριβώς ποτάμι, όπως και η ζωή που ζούμε στον καπιταλισμό δεν είναι ακριβώς ζωή, αλλά για μένα είναι ΤΟ ποτάμι.

Από μικρός περνούσα από πάνω του, κατεβαίνοντας από Ζωγράφου, για να μπούμε Καλλιρόης και μετά στην παραλία για βόλτα ή στην Καλλιθέα που ήταν μια αγαπημένη θεία που κι αυτή μας αγαπούσε (και τα τρία αδέλφια) πολύ. Άκουγα από τους γονείς μου εκεί δίπλα στο κολυμβητήριο ότι εδώ περνάει ο Ιλισσός και πάντα κοιτούσα να δω τίποτα νερά να τρέχουν σαν αυτά που είχα δει σε ένα γουέστερν στην τηλεόραση, του Ρίο Γκράντε, συγκεκριμένα. Τίποτα δεν έβλεπα να κυλάει και στο μυαλό μου ο Ιλισσός ταυτίστηκε με τα γαλάζια νερά του κολυμβητηρίου στο ύψος της Αρτέμιδος Αγροτέρας.

Μετά, όταν πήγα Γυμνάσιο, μετακομίσαμε στα νότια. Κατέβαινα με το λεωφορείο τη Βουλιαγμένης και στη συμβολή με την Καλλιρόης πάλι, μερικές φορές, τον θυμόμουνα, καθώς προλάβαινα να ρίξω μία ματιά προς τα βόρεια, αν το λεωφορείο μποτιλιάριζε στο φανάρι. Βασικά όμως το ξέχασα το ποτάμι, λόγω μετακόμισης .

Δεν είναι και εύκολο να το θυμάσαι, γιατί ο Μεταξάς αρχικά και ο Καραμανλής στη συνέχεια, αυτοί οι δύο μεγάλοι πολιτικοί άνδρες και αναμορφωτές του αθηναϊκού αστικού τοπίου, τον κάλυψαν, αφήνοντας μόνο ένα χάσμα πράσινο, εκεί κοντά στους στύλους του Ολυμπίου Διός.

Τον θυμήθηκα όμως, όταν, έχοντας τελειώσει πια τη Φιλοσοφική και τον στρατό, φιλοτιμήθηκα επιτέλους να διαβάσω μερικά βασικά έργα της πλατωνικής βιβλιογραφίας. Ο Φαίδρος μου έκανε κλικ από τις πρώτες σελίδες. Συναντιέται, λέει, ο Σωκράτης με κάτι μαθητές του στις όχθες του Ιλισσού, τις καταπράσινες, και αρχίζει ένα νταραβέρι για το τι είναι έρωτας, την αναζήτηση του άλλου σου μισού που κάπου υπάρχει, αλλά άντε να το βρεις και λοιπά και λοιπά.

Αναζητώντας λοιπόν την αλήθεια και τον έρωτα και την αλήθεια περί έρωτα, νάτος πάλι ο Ιλισσός ο ξεχασμένος. Και στο καπάκι βρήκα και το άλλο μισό και συμπτωματικά, σε άσχετη φάση, ταυτόχρονα όμως, βρήκα και δουλειά χαμηλά στο Μοσχάτο, δίπλα στον Ιλισσό.

Στη δουλειά αυτή είδα πολλά και διάφορα, έγινα πιο σοφός, όχι από τη δουλειά καθ΄ εαυτή, όσο από την παρατήρηση των ανθρώπων επί χρόνια. Συνέχεια με τους ίδιους, τι να κάνεις, παρατηρείς να περάσει η ώρα, άμα είσαι και τύπος που βαριέται να μιλάει. 

Θυμάμαι λοιπόν, κάθε φορά που βλέπω πρωί τον Ιλισσό πόσα έχουν κυλήσει δίπλα στην κοίτη του, γιατί στην κοίτη μέσα δεν κυλάει τίποτα, παρά μόνο κάτι βρομόνερα ορμητικά, όταν βρέχει καρεκλοπόδαρα στην Αττική.

Πώς μου ήρθαν όλα αυτά; Σήμερα διάβασα ότι ο Ιλισσός που βλέπω κάθε πρωί δεν είναι ο Ιλισσός. Δηλαδή, είναι η εκτροπή του, μετά την επιχωμάτωση, που απορρέει στο φαληρικό όρμο, ενώ ο αρχαίος Ιλισσός δεν περνούσε από εκεί που τον βλέπω εγώ σήμερα, καθώς ήταν παραπόταμος του Κηφισού, με τον οποίον ενωνόταν αρκετά πιο βόρεια.

Κρίμα τις αναμνήσεις και τη μαγεία τους.  Σε μια στιγμή όλα ψεύτικα και άντε τράβα να βρεις την αλήθεια. Να προσέχετε, αλλά και να είστε σίγουροι ότι τελικά θα τη βρείτε. Την αλήθεια που αξίζει στον καθένα, βεβαίως.






Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2014

Ο ΣΑΜΑΡΑΣ ΑΚΟΥΕΙ ΝΤΟΥΡΑΝ ΝΤΟΥΡΑΝ.

Ο Αντώνης Σαμαράς είναι ο αγαπημένος μου πρωθυπουργός ή μάλλον είναι ο αγαπημένος μου πολιτικός. Μέχρι να βγει από την πολιτική του έρημο και να λάμψει το άστρο του δεν τον είχα σε μεγάλη εκτίμηση, καθότι δε μου είχε δοθεί η ευκαιρία να τον προσέξω. Όταν έδινε τον αγώνα του για τη Μακεδονία  μας, πριν είκοσι χρόνια και βάλε, ήμουν στρατό και δεν έβλεπα τηλεόραση ούτε πολυδιάβαζα εφημερίδες και ίντερνετ δεν υπήρχε. 

Είχα λοιπόν μέχρι πρόσφατα ως αστό πολιτικό της καρδιάς μου τον Κωνσταντίνο "Με λένε Εθνάρχη" Καραμανλή. Τον είχα συνδέσει με την παιδική αθωότητα, τα φεστιβάλ Θεσσαλονίκης στην έκθεση Θεσσαλονίκης, που ακούγαμε στο ραδιόφωνο με τις λυχνίες, τη συγκίνηση του επτάχρονου, όταν έβλεπα τον Ζισκάρ να παρελαύνει στην Αθήνα δίπλα στον κολλητό του, τότε που είχε έρθει και ο Τσαουσέσκου και βγήκαμε από την επτάχρονη διεθνή απομόνωση και περίμενα να τελειώσει το δελτίο με την Λιάνα Κανέλλη, για να αρχίσει το "Διάστημα 1999" με την αγαπημένη μου, τη θεά Έλενα Ράσελ. Καραμανλής. Μαγεία παιδικών αναμνήσεων.

Τα τελευταία χρόνια ομως ο Αντώνης εκτόπισε τον Εθνάρχη στο φιλμ ρετρό της καρδιάς μου. Ο Αντώνης είναι ο τυπικός τσογλαναράς αρχιΟΝΝΕΔίτης που όλοι είχαμε γνωρίσει στο πέρασμά μας από το πανεπιστήμιο στα έητις. Φράτζα, μπουρδολογία ατελείωτη για γκόμενες που θα πηδήξει, είχε πηδήξει, θα τις πηδούσε αν κ.λπ. ΕΟΚ, κάμπριο με φωτογραφίες του Ευαγγελου Αβέρωφ και μετά του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, Μερσέντες στην Κηφισίας, Μπλάνος στην Κηφισιά, μίσος για τους πρασινοφρουρούς και αγάπη για την πατρίδα, αλλά και την Ευρώπη να πούμε.

Όποτε τον βλέπω να μασάει τις λέξεις με το ειρωνικό βλαχοβλακοΰφος πίσω από τη γυαλούμπα θυμάμαι τις φοιτητικές εκδρομές, τις δαπίτισσες που ήταν ωραίες και κυριλέ, την Αμπεσε που ακούγαμε Ιτσ ε σιν πριν φύγουμε ξημερώματα για εκδρομή με το τρένο στην Τρίπολη. Ναι, ρε φίλε. Αγαπώ Αντώνη Σαμαρά. Παιδική ηλικία και μαλακίες. Φοιτητικά χρόνια, κύριοι. Δόουζ γουέαρ δε ντέιζ.