Δευτέρα 18 Αυγούστου 2014

ΜΙΑ ΝΥΧΤΑ ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΠΡΟΣΚΟΠΩΝ


Ένα γκαρσόνι μάζευε τα τραπέζια κι ένα άλλο σκούπιζε. Ο "Μαγεμένος Αυλός" ήταν έρημος. Έρημος; Όχι ακριβώς. Σε μία γωνία, ακουγόταν η χαρακτηριστική δροσερή, παιδική φωνή του Μάνου. 

- Έχει πάει 2 κι ακόμη να φανεί, θα έρθει όμως. Μην ανησυχείτε.
- Τι θα γίνει, ρε Μάνο; Θα ξημερώσουμε ΄δω πέρα;
- Υπομονή, Νίκο.

Ο Γκάτσος στραβομοτσούνιασε, αλλά δεν είπε τίποτ΄ άλλο. Παραδίπλα ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, υπέργηρος ων, είχε πάρει έναν υπνάκο και ξύπνησε απότομα από τον ελαφρώς έντονο διάλογο των δύο φίλων.

- Τι έγινε, ήλθε;
- Κοιμήσου, πρόεδρε. Θα σε ξυπνήσει η αύρα της, μόλις μπει στο μαγαζί, τον καθησύχασε ο Χατζηδάκις. Είναι ανεπανάληπτη.

Η Μελίνα πήρ΄ ανάποδες, μόλις άκουσε το "ανεπανάληπτη", αλλά δε μίλησε. Χαμογέλασε ειρωνικά, συνέχισε να καπνίζει αρειμανίως και κοίταξε τον εθνάρχη που είχε κλείσει πάλι τα  μάτια του. "Θα μας μείνει κι ο παππούς με το να μας στήνει η πιτσιρίκα, η ανεπανάληπτη", σκέφτηκε, ξεφυσώντας δυνατά τον καπνό.

Ξαφνικά, εγένετο φως.

"Σας παρακαλώ να μην καπνίζετε. Θα απαντήσω σε όλες τις απορίες σας για την τέχνη, την πολιτική, τον έρωτα, το σεξ, τη φιλοσοφία, την αρχαιολογία, αρκεί να σβήσετε αμέσως το τσιγάρο".

Η φωνή ακούστηκε ήρεμη και αποφασιστική. Η Μελίνα έσβησε το τσιγάρο και μαγεμένη κοιτούσε την νεαρή φοιτήτρια. Ακόμη και ο Καραμανλής ξύπνησε. Όλοι κοιτούσαν εκστασιασμένοι.

"Κυρίες και κύριοι, από εδώ η Βίβιαν", έκανε τις συστάσεις ο Μάνος. Βρεθήκανε μια νύχτα στο Παγκράτι. Μια νύχτα που θα ήταν μεγάλη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου